Φρανσουά, αγγείο του–

Φρανσουά, αγγείο του–
Ελληνικός κρατήρας (570-560 π.Χ.), αριστούργημα της ελληνικής κεραμικής, έργο του αγγειοπλάστη Εργότιμου και του αγγειογράφου Κλιτία. Βρέθηκε το 1844 κοντά στο Κιούζι της Ιταλίας από τον Γάλλο αρχαιολόγο Αλεξάντρ Φρανσουά, από τον οποίο και πήρε την ονομασία του. Το αγγείο, μετά την αποκατάστασή του, θρυμματίστηκε από έναν τρελό. Τα κομμάτια συναρμολογήθηκαν εκ νέου αλλά τα χρώματα έχασαν τη λάμψη τους. Πρόκειται για εικονογραφικό σύνολο με θέμα τη ζωή του Αχιλλέα. Χαρακτηριστική τεχνική της εποχής είναι η ζωγραφική με μαύρο χρώμα επάνω στο φυσικό κίτρινο χρώμα του πηλού. Το αγγείο του Φ. οφείλει την καλλιτεχνική του αξία στην κομψότητα και στη δύναμη που παρουσιάζουν τόσο η απεικόνιση ανατομικών λεπτομερειών, όσο και η έκφραση των προσώπων. Η μελανόμορφη φιγούρα του θεού Άρη, όπως απεικονίζεται στο αγγείο Φρανσουά (Αρχαιολογικό Μουσείο, Φλωρεντία).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Εργότιμος — (6ος αι. π.Χ.). Αγγειοπλάστης από την Αττική. Στο εργαστήριό του εργάστηκε ο αγγειογράφος Κλειτίας· και των δύο οι υπογραφές υπάρχουν στο περίφημο αγγείο του Φρανσουά που χρονολογείται στο 570 π.Χ. (αρχαιολογικό μουσείο Φλωρεντίας). Το περίφημο… …   Dictionary of Greek

  • Ετρούσκοι — Αρχαίος λαός της Ιταλικής χερσονήσου. Οι Ε. υπήρξαν ο σημαντικότερος από τους λαούς που έζησαν στην Ιταλία πριν από τους Ρωμαίους και ο οποίος κατόρθωσε να επικρατήσει σε ένα μεγάλο μέρος της χερσονήσου και να δώσει δείγματα υψηλού πολιτισμού. Οι …   Dictionary of Greek

  • καμέα — Όρος που αναφέρεται γενικά σε σκληρές πέτρες διαφόρων ειδών με ανάγλυφη ή ολόγλυφη πλαστική κατεργασία (η ετυμολογία της λέξης δεν είναι εξακριβωμένη). Η τεχνική της κ. αξιοποιεί τη σύνθεση της πέτρας σκαλίζοντας λεπτομέρειες της παράστασης στα… …   Dictionary of Greek

  • Καινεύς — Μυθολογικό πρόσωπο,ένας από τους κυριότερους Λαπίθες. Ήταν γιος του Έλατου. Αρχικά αναφέρεται ως γυναίκα με το όνομα Καινίς, η οποία, αφού έσμιξε ερωτικά με τον Ποσειδώνα, του ζήτησε να της δώσει μορφή άντρα. Όταν λοιπόν έγινε άντρας, και μάλιστα …   Dictionary of Greek

  • Ευτέρπη — I Μυθολογικό πρόσωπο. Μία από τις εννέα μούσες, κόρη του Δία και της Μνημοσύνης. Αναφέρεται συχνά από Έλληνες και Λατίνους αρχαίους ποιητές και συγγραφείς. Μια πρώτη, αρχαιότατη παράστασή της βρέθηκε στο αγγείο του Φρανσουά, ενώ σε μεταγενέστερες …   Dictionary of Greek

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”